Είναι γνωστό πως ο όρος φιλοσοφία, ετυμολογικά, προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις φιλέω «αγάπη» και σοφία. Αντιπροσωπεύει, λοιπόν, την αγάπη για τη σοφία. Το ρήμα φιλέω, εκτός από αγαπώ, έχει και την σημασία του «επιθυμώ»: επιθυμώ τη σοφία.
Η εισαγωγή του όρου φιλόσοφος αποδίδεται στον Πυθαγόρα (580-496 π.Χ.), όταν ο Λέων, βασιλιάς του Φλιούντα, τον ρώτησε ποιο είναι το επάγγελμα του και ο Πυθαγόρας απάντησε πως δεν ήταν σοφός, αλλά απλώς ένας φιλόσοφος -ένας εραστής της σοφίας, που την επιθυμεί-.
Πολύ πριν τον Πυθαγόρα, πολυάριθμες ψυχές είχαν επιθυμήσει την σοφία, άνδρες και γυναίκες που με ανυπομονησία αναζητούσαν την λύση των μεγάλων αινιγμάτων της δημιουργίας: Ποιοι είμαστε στην πραγματικότητα; Για ποιο λόγο έχουμε έρθει στον κόσμο; Ποια είναι η καταγωγή του σύμπαντος; Από πού προήλθε η ζωή; Υπάρχει κάποια νοημοσύνη πίσω από όλο το δημιουργημένο; Υπήρχαμε πριν την γέννηση μας; Υπάρχουμε μετά τον θάνατο; Είναι τυχαίες οι χαρές και οι λύπες που μας φέρνει η ζωή ή υπάρχει ένα προδιαγεγραμμένο πεπρωμένο;…
Όπως είπε ο Γιούνγκ: «Η λογική από μόνη της δεν επαρκεί». Για αυτό, όπως πολλοί είναι οι σπόροι που δίνει ένα δέντρο και λίγοι αυτοί που βλαστάνουν και αποφέρουν καρπούς, η πλειοψηφία αυτών που επιθυμούν την σοφία παρέμειναν στον δρόμο περιορισμένοι, από τις γνώσεις που προέρχονται από την λογική. Γιατί η λογική σκλαβώνει τον άνθρωπο σε δόγματα, προλήψεις, απόψεις και θεωρίες. Με απόλυτο δίκιο βεβαίωσε ο Γκαίτε: «Κάθε θεωρία είναι γκρίζα και πράσινο είναι το χρυσό δέντρο της ζωής». Μόνο κάποιοι λίγοι, με τη βοήθεια μιας ανώτερης φιλοσοφίας κατάφεραν να απελευθερωθούν από τους μεταβαλλόμενους ανέμους της διάνοιας ώστε, μέσω της συνειδητής ζωής, να φθάσουν στην κορυφή της αληθινής σοφίας. Ανάμεσα σε αυτούς ο Κομφούκιος, ο Βούδας, ο Ιησούς, ο Σολομώντας, ο Όμηρος, ο Πυθαγόρας, ο Πλάτωνας, ο Σωκράτης, ο Ερμής Τρισμέγιστος, ο Δάντης Αλιγκέρι, κλπ.
Έτσι, είμαστε αντιμέτωποι με δύο τύπους φιλοσοφίας: μία που σήμερα είναι και αύριο δεν είναι (λοιπόν ο νους, αυτό που σήμερα επιβεβαιώνει για λευκό, αύριο το καταχωρεί σαν μαύρο) και μια άλλη, που πάντα ήταν αυτή που είναι, αθάνατη και αιώνια (δεν διαφέρει με το πέρασμα των αιώνων). Η πρώτη είναι υποκειμενική, περιορίζεται από τη γνωστική ικανότητα των αναζητητών της Σοφίας. Η δεύτερη, αντικειμενική και φιλαλήθης, στηρίζεται στην αφυπνισμένη Συνείδηση και είναι ικανή να απαντήσει σοβαρά και αληθινά σε όλα τα ερωτήματα που μπορεί να θέσει ο άνθρωπος.
Είναι αξιοπρόσεκτο, πως όταν εξετάζουμε με βαθύ τρόπο όλους τους μύθους, τις πίστεις, τους θρύλους, τα σύμβολα, τις λατρείες κλπ. των μεγάλων πολιτισμών του παρελθόντος, μπορούμε να διακρίνουμε κάτι περισσότερο από απλές συμπτώσεις. Η λεπτομερής, ελεύθερη από προκαταλήψεις, μελέτη τους μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε ένα έντονο δέσιμο μεταξύ τους, ένα μυστηριώδη κοινό παρονομαστή που τα συνδέει. Χωρίς τον φόβο του λάθους, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι οι πιο διακεκριμένοι σοφοί της αρχαιότητας είχαν πρόσβαση σε αυτή την philosophia perennis et universalis που πολλοί αναζήτησαν και λίγοι βρήκαν.
Αυτή η υπερβατική φιλοσοφία, που είναι ικανή να απονείμει στον άνθρωπο τα κλειδιά της εσωτερικής αφύπνισης με τα οποία θα συλλάβει τις μεγάλες αλήθειες της ζωής και του θανάτου, δεν είναι αποκλειστική για κανένα λαό, για καμία πίστη, για κανένα πολιτισμό, δεδομένου ότι υπήρξε εδώ και αιώνες στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη μας. Αυτή είναι η παγκόσμια φιλοσοφία της Γαίας, της μυθικής θεάς που αντιπροσωπεύει τη Γη και από την οποία προέρχεται η λέξη Γεω. Αυτό είναι για εμάς η Γεω-Φιλοσοφία –όπως την βαπτίσαμε-, η παγκόσμια φιλοσοφία της γης, γιατί βρίσκεται σε όλες τις γωνιές του κόσμου και δεν είναι προνόμιο κανενός από τους απογόνους της –τους διάφορους πολιτισμούς-.
Η Γεωφιλοσοφία αντιτίθεται στην κερδοσκοπική φιλοσοφία, γιατί επιβεβαιώνει, όπως προαναφέραμε, ότι υπάρχει μια δύναμη ανώτερη του μυαλού, η οποία στηρίζεται στη Συνείδηση του ανθρώπου και είναι δυνατό να αφυπνιστεί σε αδιανόητα όρια. Ενόσω το μυαλό δικαιολογεί, η Συνείδηση κατανοεί. Ενόσω το μυαλό κερδοσκοπεί, η Συνείδηση αντιλαμβάνεται.
Η Γεωφιλοσοφία δεν ταυτίζεται με κανένα θρησκευτικό δόγμα, διότι στις θρησκείες και τα πιστεύω ολόκληρου του κόσμου αναγνωρίζει την ειλικρινή αναζήτηση της αλήθειας και τα κύρια στοιχεία της αιώνιας φιλοσοφίας.
Η Γεωφιλοσοφία διαβεβαιώνει ότι είναι παράλογο να αναζητείται εξωτερικά, αυτό που ο άνθρωπος φέρει στο εσωτερικό του. Συνεπώς, συμφωνεί με τον Γιούνγκ όταν λέει: «Όποιος κοιτάζει προς τα έξω ονειρεύεται. Όποιος κοιτάζει μέσα του αφυπνίζεται».
Η Γεωφιλοσοφία δεν σκοπεύει να διδάξει σε κανέναν πώς να σκέφτεται, διότι καταλαβαίνει ότι οι δογματισμοί σκλαβώνουν το ανθρώπινο ον. Αντιθέτως, ενθαρρύνει την ελεύθερη βούληση και την έμφυτη ικανότητα του ανθρώπου να στοχάζεται και να διακρίνει. Η Γεωφιλοσοφία υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει περισσότερο ευγενής και δίκαιος σκοπός από την ανακάλυψη της απάντησης του ποιοι είμαστε, από πού προερχόμαστε και πού πηγαίνουμε. Είναι δικαίωμα, και όχι αίρεση, να γνωρίζουμε τα απόκρυφα του Δημιουργού. Έτσι είναι και έτσι έχει γραφτεί: «Η δόξα του Θεού συνίσταται στην απόκρυψη των μυστηρίων Του, και του ανθρώπου στην ανακάλυψη τους» -Παροιμίες 25, 2-.
Θα μας επιτρέψει ο αγαπητός αναγνώστης, να κλείσουμε αυτό το κεφάλαιο αντανακλώντας τα λόγια ενός διακεκριμένου φιλοσόφου:
«Η σοφία είναι δυνατή σαν ένα χιλιετή βράχο και φλογερή σαν πυρκαγιά. Όταν ο άνθρωπος την κατέχει, γίνεται άτρωτος από όλες τις χυδαιότητες και αποκτά σταθερότητα απέναντι στις απρόσμενες αλλαγές του ανθρώπινου πεπρωμένου».
Posside sapientiam, quia auro melior est
«Η κατοχή σοφίας είναι καλύτερη από την κατοχή χρυσού»